Ιδρυση Διοικητικού Εφετείου: Έδρα, συγκρότηση, προσόντα διορισμού και μισθοδοσία δικαστών (ο περί Απονομής της Δικαιοσύνης τροποποιητικός νόμος 141(Ι)/2025)

Ο περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικός) Νόμος 141 (Ι) του 2025  που δημοσιεύθηκε στις 25.7.2025 στην ΕτΔ τροποποιεί τους περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμους του 1964 έως 2024 (βασικός νόμος).

Ακολουθούν οι σημαντικότερες τροποποιήσεις:

Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την προσθήκη, αμέσως μετά το άρθρο 3Α, του ακόλουθου νέου άρθρου 3Β (ίδρυση Διοικητικού Εφετείου).

3Β.-(1) Καθιδρύεται διά του παρόντος Νόμου το Διοικητικό Εφετείο, το οποίο θα είναι δευτεροβάθμιο δικαστήριο και από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2025 ασκεί την υπό των διατάξεων του εδαφίου (5) του άρθρου 9 προβλεπόμενη δικαιοδοσία.

(2) Ως έδρα του Διοικητικού Εφετείου καθορίζεται η πρωτεύουσα της Δημοκρατίας και ως τόπος συνεδριάσεων κτίριο το οποίο ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως παραχωρεί προς τούτο, κατόπιν συνεννόησης με το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο:

Νοείται ότι, το Διοικητικό Εφετείο δύναται να συνεδριάζει και σε οποιαδήποτε άλλη επαρχία της Δημοκρατίας, σε κτίριο το οποίο παραχωρείται προς τούτο από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, κατόπιν Γνωστοποίησης του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, οπότε η Δημοκρατία για τον σκοπό αυτό λογίζεται ως διαιρεθείσα σε δύο (2) επαρχίες:

Νοείται περαιτέρω ότι, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο δύναται, για σκοπούς απρόσκοπτης λειτουργίας του Διοικητικού Εφετείου, να διαφοροποιεί με Διαδικαστικό Κανονισμό τα όρια των επαρχιών ή να διαιρεί οποιαδήποτε επαρχία ή να ενοποιεί δύο (2) ή περισσότερες επαρχίες.

(3)(α) Το Διοικητικό Εφετείο σύγκειται εξ’ αριθμού Δικαστών μη υπερβαίνοντος τους έξι (6), ως το συμφέρον της δικαιοσύνης το απαιτεί στη βάση του εκάστοτε προϋπολογισμού της Δημοκρατίας, οι οποίοι διορίζονται από το προβλεπόμενο στις διατάξεις του άρθρου 10Α Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο.

(β) Το προβλεπόμενο στις διατάξεις του άρθρου 10Α Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο- (i) (ii) ορίζει, για όσο χρονικό διάστημα κρίνει σκόπιμο, τον Πρόεδρο του Διοικητικού Εφετείου· και δύναται να αντικαθιστά τον Πρόεδρο του Διοικητικού Εφετείου σε περίπτωση κατά την οποία το κρίνει σκόπιμο.

(4) Το Διοικητικό Εφετείο δύναται να λειτουργεί σε δύο (2) τμήματα, ως ήθελε καθορισθεί με Διαδικαστικό Κανονισμό.

(5) Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Εφετείου, με την έγκριση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, δύναται να προβαίνει στην κατανομή εργασίας σε κάθε μέλος αυτού και να καθορίζει τη σύνθεση των τμημάτων του:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κωλύματος οποιουδήποτε Δικαστή να ασκήσει τα καθήκοντά του, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Εφετείου προβαίνει σε αντικατάσταση αυτού από άλλο Δικαστή του Διοικητικού Εφετείου.

(6)(α) Ουδείς διορίζεται ως Δικαστής του Διοικητικού Εφετείου, εάν δεν είναι δικηγόρος κατέχων τα προς τούτο προσόντα, με δωδεκαετή τουλάχιστον πείρα στην άσκηση του επαγγέλματος και υψηλού ηθικού επιπέδου: Νοείται ότι, ο όρος «άσκηση του επαγγέλματος» περιλαμβάνει υπηρεσία στη μόνιμη Δικαστική Υπηρεσία ή στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας.

(β) Κατά τη διαδικασία διορισμού Δικαστή ως μέλους του Διοικητικού Εφετείου λαμβάνεται υπόψη το εύρος των γνώσεων ή η αποδεδειγμένη πείρα των υποψηφίων στον χειρισμό υποθέσεων στα θέματα της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας.

(7) Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ανά τακτά χρονικά διαστήματα και, αναλόγως των αναγκών του Διοικητικού Εφετείου, δύναται να-

(α) εκδίδει Διαδικαστικό Κανονισμό προς ρύθμιση της ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου διαδικασίας∙ και

(β) ορίζει τον αριθμό των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου ή/και των τμημάτων αυτού, οι οποίοι θα εκδικάζουν συγκεκριμένο θέμα:

Νοείται ότι, μέχρι την έκδοση του προβλεπόμενου στις διατάξεις του παρόντος άρθρου Διαδικαστικού Κανονισμού, εφαρμόζονται οι πρόνοιες του περί Εφέσεων (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2023.

(8) Η μισθοδοσία των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου καθορίζεται σε ετήσιο πάγιο βασικό μισθό ύψους εκατόν έντεκα χιλιάδων και τετρακοσίων πενήντα ευρώ (€111.450): Νοείται ότι, στη βασική μισθοδοσία προστίθενται οι εκάστοτε ισχύουσες για τους δημόσιους υπαλλήλους γενικές αυξήσεις μισθών, όπως και το εκάστοτε ισχύον τιμαριθμικό επίδομα.

(9) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (5), σε περίπτωση προσωρινής ανικανότητας ή απουσίας Δικαστή του Διοικητικού Εφετείου να ασκεί τα καθήκοντά του ή εφόσον το συμφέρον της δικαιοσύνης το απαιτεί, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο δύναται να διορίζει πρόσωπο, το οποίο κατέχει τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του εδαφίου (6) προσόντα, για να εκτελεί προσωρινά τα καθήκοντα και να ασκεί τις εξουσίες Δικαστή του Διοικητικού Εφετείου, για χρονικό διάστημα και υπό τους όρους οι οποίοι καθορίζονται στο έγγραφο διορισμού του.

(10) Στο Διοικητικό Εφετείο υπηρετούν πρωτοκολλητές και υπάλληλοι των οποίων ο αριθμός, οι εξουσίες, τα καθήκοντα και οι ευθύνες καθορίζονται από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο με Διαδικαστικό Κανονισμό: Νοείται ότι, μέχρι την έκδοση Διαδικαστικού Κανονισμού εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι ισχύουσες για τους υπαλλήλους Επαρχιακού Δικαστηρίου ρυθμίσεις: Νοείται περαιτέρω ότι, στο Διοικητικό Εφετείο υπηρετούν υπάλληλοι προερχόμενοι από το προσωπικό της Δημόσιας Υπηρεσίας.».

Το άρθρο 10 του βασικού νόμου (Ανωτατο Δικαστικό Συμβούλιο) αντικαθίσταται από το ακόλουθο άρθρο:

10.-(1) Λειτουργεί Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, στηv απoκλειστική αρμoδιότητα τoυ οποίου υπάγovται o διoρισμός, η πρoαγωγή, η μετάθεση, o τερματισμός της υπηρεσίας, η απόλυση και η πειθαρχική εξoυσία επί των Δικαστών του Εφετείου και των Δικαστών των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, πλην του Διοικητικού Εφετείου και των Διοικητικών Δικαστηρίων:

Νοείται ότι, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, κατά τον διορισμό ή την πλήρωση οποιασδήποτε θέσης Δικαστή, λαμβάνει υπόψη την ανάγκη στελέχωσης των δικαστηρίων με μέλη προερχόμενα από προσοντούχους δικηγόρους:

Νοείται περαιτέρω ότι, κάθε απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου δέον να είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

(2) Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο συγκροτείται από τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως Πρόεδρο, και τους λοιπούς Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως μέλη αυτού:

Νοείται ότι, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινής ανικανότητας ή άλλου κωλύματος του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, καθήκοντα Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου ασκεί ο αρχαιότερος Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

(3) Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο λογίζεται προσηκόντως συγκροτημένο και σε περίπτωση χηρείας οποιασδήποτε θέσης μέλους αυτού.

(4) Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανονισμούς για τη ρύθμιση του τρόπου λειτουργίας του.

(5) Σε κάθε συνεδρία του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου η οποία αφορά σε διορισμό ή προαγωγή Δικαστή δύναται να συμμετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου-

(α) ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινής ανικανότητας αυτού, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας∙

(β) ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινής ανικανότητας αυτού, ο Αντιπρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου· και

(γ) δύο (2) νομικοί εγνωσμένου κύρους και ανωτάτου επαγγελματικού επιπέδου, κατέχοντες τα προσόντα διορισμού ως Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι οποίοι ορίζονται ύστερα από εισήγηση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και κατόπιν έγκρισης του Ανωτάτου Δικαστηρίου:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η συνεδρία του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου αφορά σε μετάθεση ή άσκηση πειθαρχικής εξουσίας επί Δικαστή, δεν παρίστανται ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, ούτε οι οριζόμενοι νομικοί.

(6) Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο ευρίσκεται σε απαρτία, εάν παρίστανται πέντε (5) μέλη αυτού, περιλαμβανομένου του Προέδρου ή του προεδρεύοντος.

(7) Κατόπιν υποβολής ένστασης από οποιοδήποτε επηρεαζόμενο πρόσωπο, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, υπόκειται σε έλεγχο από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο σε τέτοια περίπτωση ενεργεί ως δευτεροβάθμιο δικαστικό συμβούλιο, ασκώντας ακυρωτικό έλεγχο επί των αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου:

Νοείται ότι, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου αναστέλλεται έως την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστικού Συμβουλίου: Νοείται περαιτέρω ότι, η ως άνω προβλεπόμενη ένσταση υποβάλλεται εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της κοινοποίησης της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου στον επηρεαζόμενο και περιλαμβάνει γραπτώς τους λόγους υποβολής της.».

Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την προσθήκη, αμέσως μετά το άρθρο 10, των ακόλουθων νέων άρθρων:

10Α.- Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο

(1) Λειτουργεί Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο, στηv απoκλειστική αρμoδιότητα τoυ οποίου υπάγovται o διoρισμός, η πρoαγωγή, η μετάθεση, o τερματισμός της υπηρεσίας, η απόλυση και η πειθαρχική εξoυσία επί των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου και των Δικαστών των Διοικητικών Δικαστηρίων:

Νοείται ότι, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο, κατά τον διορισμό ή την πλήρωση οποιασδήποτε θέσης Δικαστή, λαμβάνει υπόψη την ανάγκη στελέχωσης των υπό του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου υπαγόμενων δικαστηρίων με μέλη προερχόμενα από προσοντούχους δικηγόρους:

Νοείται περαιτέρω ότι, κάθε απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστικού Συμβουλίου δέον να είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

(2) Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο συγκροτείται από τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ως Πρόεδρο, και τους λοιπούς Δικαστές του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ως μέλη αυτού:

Νοείται ότι, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινής ανικανότητας ή άλλου κωλύματος του Προέδρου του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, καθήκοντα Προέδρου του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστικού Συμβουλίου ασκεί ο αρχαιότερος Δικαστής του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.

(3) Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο λογίζεται προσηκόντως συγκροτημένο και σε περίπτωση χηρείας οποιασδήποτε θέσης μέλους αυτού.

(4) Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανονισμούς για τη ρύθμιση του τρόπου λειτουργίας του.

(5) Σε κάθε συνεδρία του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστικού Συμβουλίου η οποία αφορά σε διορισμό ή προαγωγή Δικαστή, δύναται να συμμετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου-

(α) ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινής ανικανότητας αυτού, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας∙

(β)ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινής ανικανότητας αυτού, ο Αντιπρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου· και

(γ) δύο (2) νομικοί εγνωσμένου κύρους και ανωτάτου επαγγελματικού επιπέδου, κατέχοντες τα προσόντα διορισμού ως Δικαστών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, οι οποίοι ορίζονται ύστερα από εισήγηση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και κατόπιν έγκρισης του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η συνεδρία του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστικού Συμβουλίου αφορά σε μετάθεση ή άσκηση πειθαρχικής εξουσίας επί Δικαστή, δεν παρίστανται ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, ούτε οι οριζόμενοι νομικοί.

(6) Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο ευρίσκεται σε απαρτία, εάν παρίσταται το ήμισυ του αριθμού των μελών αυτού πλέον ενός, περιλαμβανομένου του Προέδρου ή του προεδρεύοντος.

(7) Κατόπιν υποβολής ένστασης από οποιοδήποτε επηρεαζόμενο πρόσωπο, η απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστικού Συμβουλίου υπόκειται σε έλεγχο από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο σε τέτοια περίπτωση ενεργεί ως δευτεροβάθμιο δικαστικό συμβούλιο, ασκώντας ακυρωτικό έλεγχο επί των αποφάσεων του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστικού Συμβουλίου:

Νοείται ότι, η απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστικού Συμβουλίου αναστέλλεται μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου:

Νοείται περαιτέρω ότι, η ως άνω προβλεπόμενη ένσταση υποβάλλεται εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της κοινοποίησης της απόφασης του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστικού Συμβουλίου στον επηρεαζόμενο και περιλαμβάνει γραπτώς τους λόγους υποβολής της.

10Β.- Συγκρότηση Δικαστικών Συμβουλίων

(1) Συμβούλιο αποτελούμενο από τον Πρόεδρο και τους Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου ασκεί αρμοδιότητα και εξουσίες δυνάμει του Άρθρου 133.8 του Συντάγματος. (2) Συμβούλιο αποτελούμενο από τον Πρόεδρο και τους Δικαστές του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ασκεί αρμοδιότητα και εξουσίες δυνάμει του Άρθρου 153.8 του Συντάγματος.».

Το άρθρο 11 του βασικού νόμου τροποποιείται με την αντικατάσταση του εδαφίου (5) με τα ακόλουθα εδάφια:

«(5)(α) Η δικαιοδοσία, οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες με τις οποίες περιβέβληται το Εφετείο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 9 ασκούνται από τα Τμήματα, υπό την επιφύλαξη των προνοιών οποιουδήποτε Διαδικαστικού Κανονισμού.

(β)  Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (α), δύναται να τυγχάνει χειρισμού από έναν (1) μόνο Δικαστή του Εφετείου

(i) ενδιάμεση αίτηση ή αίτηση η οποία αφορά μόνο σε διαδικαστικά θέματα∙

(ii)έφεση σε ενδιάμεση απόφαση, πλην έφεσης κατά απόφασης επί προσωρινού διατάγματος∙ και

(iii)έφεση σε απόφαση η οποία αφορά σε αίτηση που καταχωρίζεται μετά από τη λήψη τελικής απόφασης πρωτοβάθμιου δικαστηρίου.

(6) Η δικαιοδοσία, οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες με τις οποίες περιβέβληται το Διοικητικό Εφετείο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5) του άρθρου 9 ασκούνται υπό την επιφύλαξη των προνοιών οποιουδήποτε Διαδικαστικού Κανονισμού:

Νοείται ότι, ενδιάμεση αίτηση ή αίτηση η οποία αφορά μόνο σε διαδικαστικά θέματα δύναται να τυγχάνει χειρισμού από έναν (1) μόνο Δικαστή του Διοικητικού Εφετείου:

Νοείται περαιτέρω ότι, έφεση σε ενδιάμεση απόφαση, πλην έφεσης κατά απόφασης επί προσωρινού διατάγματος, δύναται να τυγχάνει χειρισμού από έναν (1) μόνο Δικαστή του Διοικητικού Εφετείου.».

Αρθρο 16- Μεταβατικές διατάξεις

16.-(1) Οι καταχωρισθείσες στο Εφετείο υποθέσεις δευτεροβάθμιας αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιόν του πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, παραπέμπονται κατά την εν λόγω ημερομηνία ως έχουν προς εκδίκαση στο καθιδρυθέν Διοικητικό Εφετείο:

Νοείται ότι, οι υποθέσεις οι οποίες παραπέμπονται στο Διοικητικό Εφετείο και των οποίων η εκδίκαση είχε αρχίσει πριν από την παραπομπή τους ενώπιον του αναθεωρητικού Τμήματος του Εφετείου, εκδικάζονται υπό την ίδια σύνθεση Δικαστών ενώπιον των οποίων αυτές είχαν αρχίσει στο Εφετείο:

Νοείται περαιτέρω ότι, στις υποθέσεις στις οποίες είχε επιφυλαχθεί απόφαση πριν από την παραπομπή τους στο Διοικητικό Εφετείο,  η απόφαση εκδίδεται υπό την ίδια σύνθεση Δικαστών που είχαν επιφυλάξει την απόφαση στο Εφετείο.

(2) Oι Δικαστές οι οποίοι υπηρετούν στο Τμήμα αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Εφετείου θεωρούνται από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου ως Δικαστές του Διοικητικού Εφετείου και συνεχίζουν να υπηρετούν με τους ίδιους  όρους υπηρεσίας και υπό την ίδια μισθοδοσία και αρχαιότητα που κατείχαν κατά την εν λόγω ημερομηνία.

(3) Μέχρι τη σύσταση δεύτερου Τμήματος του Διοικητικού Εφετείου, σε περίπτωση κωλύματος Δικαστή ή Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου να ασκήσουν τα καθήκοντά τους, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η συγκρότηση του Διοικητικού Εφετείου, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο, με τη σύμφωνη γνώμη του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, προβαίνει σε αντικατάσταση αυτών από Δικαστές του Εφετείου.

(4) Οι καταχωρισθείσες ενώπιον του ακυρωτικού δευτεροβάθμιου δικαστικού συμβουλίου υποθέσεις κατά αποφάσεως του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 9 του βασικού νόμου, οι οποίες εκκρεμούσαν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου, παραπέμπονται, κατά την εν λόγω ημερομηνία, ως έχουν προς εκδίκαση στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο.

Το πλήρες κείμενο του τροποποιητικου νόμου είναι διαθέσιμο εδώ

Σχόλια

Top Legal Stories

Εφετείο Κύπρου: Η παραμονή μετά τον τερματισμό μίσθωσης συνιστά ποινικό αδίκημα – Νομικός σχολιασμός της πρόσφατης απόφασης

Πλήρωση δύο (2) κενών θέσεων Νομικού Λειτουργού στο Δήμο Λευκωσίας

Το πρόστιμο σε δικηγόρο για περιφρόνηση του δικαστηρίου παραβίασε το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ (ελευθερία της έκφρασης)

Μίσθωση Ακινήτου από Υπό Σύσταση Εταιρεία: Το Ανώτατο Δικαστήριο ξεκαθαρίζει τα όρια του Άρθρου 15Α Κεφ.113

Οι περικοπές μισθών και συντάξεων δημοσίων υπαλλήλων στην Κύπρο ήταν νόμιμες σύμφωνα με το ΕΔΔΑ