Βαριά πρόστιμα ύψους 31 εκατομμυρίων ευρώ στη JCC και 8 τράπεζες από την Επιτροπή Ανταγωνισμού

Πρόστιμα συνολικού ύψους €31.009.766 επέβαλε η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού στην εταιρία JCC και σε ακόμη οκτώ τράπεζες για παραβάσεις των άρθρων 3(1)(α) και 6(1)(α) και (β) του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 2014 και των αντίστοιχων άρθρων 101 και 102 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα πλαίσια της εξέτασης καταγγελίας της εταιρείας FBME Card Services Ltd., αναφορικά με συμπεριφορά των παραπάνω εταιριών στην αγορά πληρωμών με κάρτες (χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες).
Σημειώνεται ότι η απόφαση της Επιτροπής ημερομηνίας 27/01/2016 κοινοποιήθηκε σήμερα 22/5/2017, μετά την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναθεωρητική Έφεση 2/2016 ημερομηνίας 3/3/2017, η οποία ανέτρεψε την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 29/1/2016.
Ειδικότερα, το δελτίο τύπου που εξέδωσε η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει ως εξής:
«Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού (εφεξής η «Επιτροπή»), με την υπ’ αριθμό απόφαση της 6/2016 ημερομηνίας 27/01/2016, ομόφωνα κατέληξε ότι στοιχειοθετείται παράβαση των άρθρων 3(1)(α) και 6(1)(α) και (β) του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 2014 (εφεξής ο «Νόμος») και των αντίστοιχων άρθρων 101 και 102 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής η «ΣΛΕΕ») από τις εταιρείες JCC Payment Systems Limited (εφεξής η «JCC»), Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (εφεξής η «Τράπεζα Κύπρου»), Marfin Popular Bank Public Co Ltd (εφεξής η «Marfin»), Ελληνική Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λίμιτεδ (εφεξής η «Ελληνική Τράπεζα»), USB Bank Plc (εφεξής η «USB»), Alpha Bank Cyprus Ltd (εφεξής η «Alpha Bank»), Εμπορική Τράπεζα Κύπρου Λτδ (εφεξής η «Εμπορική»), Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (εφεξής η «Εθνική») και Societe Generale Cyprus Ltd (εφεξής η «Societe»). 
Αντικείμενο της υπόθεσης αποτέλεσε η καταγγελία που υποβλήθηκε στην Επιτροπή στις 4/01/2010 από την εταιρεία FBME Card Services Ltd (εφεξής η «FBMECS»), εναντίον των πιο πάνω αναφερομένων εταιρειών και της Τράπεζας Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ (εφεξής η «Τράπεζα Πειραιώς») αναφορικά με πιθανολογούμενες παραβάσεις των άρθρων 3(1)(α), (β) και (γ) και 6(1)(α) και (β) του Νόμου και των αντίστοιχων άρθρων 101 και 102 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Η καταγγελία αφορούσε τη συμπεριφορά της εταιρείας JCC και των προαναφερόμενων τραπεζών στην αγορά πληρωμών με κάρτες (χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες).
Σημειώνεται πως για να λειτουργήσει ένα σύστημα πληρωμών με κάρτες, χρειάζεται ένα εξειδικευμένο δίκτυο όπως αυτό των εταιρειών Visa, MasterCard και American Express (AMEX). Τα συστήματα αυτά σύμφωνα με τους κανονισμούς τους, έχουν ως μέλη τους εκδότριες τράπεζες (τις τράπεζες που εκδίδουν κάρτες προς τους καταναλωτές) και αποδέκτριες εταιρείες (που διαχειρίζονται τις πράξεις πληρωμών με κάρτες όπως η JCC και η FBMECS). Η αγορά πληρωμών με κάρτες χωρίζεται σε δύο αγορές:
Α) Στα Συστήματα Πληρωμών π.χ. Visa, MasterCard, ΑΜΕΧ κλπ. (ανώτατο επίπεδο αγοράς) και
Β) Στις Υπηρεσίες Έκδοσης Καρτών και Υπηρεσίες Αποδοχής Εμπόρων (κατώτατο επίπεδο αγοράς).
Τα συστήματα πληρωμών (π.χ. Visa, MasterCard, ΑΜΕΧ) πωλούν τις υπηρεσίες τους σε δύο κατηγορίες πελατών α) τους κατόχους καρτών και β) τους εμπόρους.
Τα συστήματα πληρωμών που είναι τριμερή, όπως η AMEX, περιλαμβάνουν τους εκδότες, τους καταναλωτές και τους εμπόρους. Τα τετραμερή συστήματα πληρωμών όπως είναι η MasterCard και Visa περιλαμβάνουν τις εκδότριες τράπεζες, τις εταιρείες αποδοχής καρτών, τους καταναλωτές και τους εμπόρους. Όταν ένας καταναλωτής αγοράζει ένα προϊόν/υπηρεσία χρησιμοποιώντας την κάρτα του, ο έμπορας εισπράττει, (αφού περάσει την κάρτα του αγοραστή από το τερματικό του), το ποσό της λιανικής τιμής του προϊόντος μειωμένο κατά ένα ποσό. Το ποσό αυτό (εκφρασμένο σε ποσοστό) είναι τα Δικαιώματα Εξυπηρέτησης Πελατών (ΔΕΠ) και αποκόπτεται από την αποδέκτρια εταιρεία αφού πρώτα ελέγξει με την εκδότρια τράπεζα της κάρτας του αγοραστή κατά πόσο υπάρχει διαθέσιμο υπόλοιπο στο λογαριασμό του αγοραστή/πελάτη της τράπεζας που του έκδωσε την κάρτα. Ένα μεγάλο μέρος της χρέωσης ΔΕΠ αποτελεί η Διατραπεζική Προμήθεια, που επιστρέφεται από τις αποδέκτριες εταιρείες πίσω στις εκδότριες τράπεζες. Οι Διατραπεζικές Προμήθειες είναι ένας μηχανισμός εξισορρόπησης μέσω του οποίου μερικά έξοδα από την πλευρά της έκδοσης καλύπτονται από την πλευρά της αποδοχής. Οι διατραπεζικές προμήθειες αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της χρέωσης που επιβάλλουν οι εταιρείες αποδοχής καρτών στους εμπόρους, δηλαδή το ποσοστό επί της πράξης που επιβάλλεται στους εμπόρους για την διαχείριση και αποπληρωμή της πράξης με τη χρήση καρτών πληρωμών.
Οι παραβάσεις στις οποίες η Επιτροπή κατέληξε ότι στοιχειοθετούνται, εξετάστηκαν με βάση τα δεδομένα και γεγονότα του 2009-2010 και αφορούν:
(i) την απόφαση της JCC ως ένωση επιχειρήσεων των εκδοτριών τραπεζών μετόχων της για τον καθορισμό των Εγχώριων Διατραπεζικών Προμηθειών (στο εξής τα «ΕΔΠ»), που περιορίζει τον ανταγωνισμό στην αγορά έκδοσης καρτών και κατ΄ επέκταση στην αγορά αποδοχής καρτών πληρωμών εντός της Κύπρου, καθότι επιφέρει ένα ενιαίο σύστημα καθορισμού των ΕΔΠ κατά παράβαση του άρθρου 3(1)(α) του Νόμου και του αντίστοιχου άρθρου 101 της ΣΛΕΕ. Η εν λόγω παράβαση είναι συνεχιζόμενη. Επιβληθέν πρόστιμο προς JCC: €1.204.564.
(ii) τις συμφωνίες που σύναψαν η JCC, μαζί με τις τράπεζες μη μετόχους της εντός της Κύπρου, και συγκεκριμένα με τις USB, Εμπορική και Societe, για καθορισμό των ΕΔΠ, που περιορίζουν τον ανταγωνισμό στην αγορά έκδοσης καρτών πληρωμών και κατ΄ επέκταση στην αγορά αποδοχής καρτών πληρωμών εντός της Κύπρου, κατά παράβαση του άρθρου 3(1)(α) του Νόμου και του αντίστοιχου άρθρου 101 της ΣΛΕΕ. Η εν λόγω παράβαση είναι συνεχιζόμενη. Επιβληθέντα πρόστιμα προς: JCC: €344.161, USB: €121.519, Εμπορική: €160.851 και Societe: €94.102.
(iii) Την επιβολή αθέμιτων τιμών στις χρεώσεις που αφορούν τα Δικαιώματα Εξυπηρέτησης Πελατών (στο εξής τα «ΔΕΠ») μέσω της πρακτικής της ληστρικής τιμολόγησης, από μέρους της JCC η οποία κατέχει δεσπόζουσα θέση στη σχετική αγορά της αποδοχής καρτών πληρωμών εντός της επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατά παράβαση του άρθρου 6(1)(α) του Νόμου και του αντίστοιχου άρθρου 102 της Σ.Λ.Ε.Ε. Επιβληθέν πρόστιμο προς JCC: €172.081.
(iv) Την επιβολή αθέμιτων τιμών μέσω της πρακτικής της υπερβολικής τιμολόγησης στις χρεώσεις που αφορούν τις ΕΔΠ, από τις τράπεζες μέτοχους της JCC, ήτοι Τράπεζα Κύπρου, Marfin, Ελληνική Τράπεζα, Alpha Bank, Εθνική που κατέχουν συλλογική δεσπόζουσα θέση στην αγορά της έκδοσης καρτών πληρωμών εντός της επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατά παράβαση του άρθρου 6(1)(α) του Νόμου και του αντίστοιχου άρθρου 102 της Σ.Λ.Ε.Ε. Επιβληθέντα πρόστιμα προς: Τράπεζα Κύπρου: €7.221.443, Marfin:€7.670.648, Ελληνική Τράπεζα: €1.569.989, Alpha Bank: €1.384.271 και Εθνική: €233.972. Για ότι αφορά την Τράπεζα Πειραιώς, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήτοι το 2009 και το 2010, η Επιτροπή κατέληξε ότι δεν παραβίασε το άρθρο 6(1)(α) του Νόμου και το αντίστοιχο άρθρο 102 της ΣΛΕΕ με την επιβολή αθέμιτων τιμών και/ή της πρακτικής της υπερβολικής τιμολόγησης στις χρεώσεις που αφορούν τις ΕΔΠ.
(v) Την συμπεριφορά της Τράπεζας Κύπρου που κατέχει δεσπόζουσα θέση στην έκδοση και αποδοχή καρτών American Express (AMEX) εντός της επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας και περιόριζε τον ανταγωνισμό στην αγορά επεξεργασίας καρτών AMEX, καθότι χωρίς αντικειμενική δικαιολόγηση, δεν παραχώρησε άδεια στην FBMECS έτσι ώστε τα τερματικά της να δέχονται κάρτες American Express (AMEX) για σκοπούς επεξεργασίας συναλλαγών, παραβιάζοντας με τον τρόπο αυτό το άρθρο 6(1)(β) του Νόμου και του αντίστοιχου άρθρου 102 της Σ.Λ.Ε.Ε. προς ζημιά των καταναλωτών. Η εν λόγω παράβαση συνεχίστηκε μέχρι και το 2014. Επιβληθέν πρόστιμο προς Τράπεζα Κύπρου: €10.832.165.
Η Επιτροπή, κατά την εξέταση του ύψους του προστίμου, έλαβε υπόψη τη σοβαρότητα της παράβασης καθώς και τη διάρκεια αυτής και ενεργώντας στη βάση του άρθρου 24(α)(i) του Νόμου αποφάσισε να επιβάλει τα πιο πάνω αναφερόμενα διοικητικά πρόστιμα συνολικού ύψους €31.009.766 (τριάντα ένα εκατομμυρίων και εννέα χιλιάδων επτακοσίων εξήντα έξι ευρώ).
Η Επιτροπή, με την απόφαση της, καλεί τις καταγγελλόμενες εταιρείες όπως, εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης της καταβάλουν τα διοικητικά πρόστιμα που τους επιβλήθηκαν.
Η Επιτροπή επίσης, ομόφωνα αποφάσισε, για σκοπούς παύσης των ως άνω διαπιστωθεισών παραβάσεων από μέρους της JCC, να επιβάλει στην JCC τα ακόλουθα μέτρα:
(i) Να προβεί, εντός τριών (3) μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης, σε τροποποιήσεις όλων των Service Agreements (Συμφωνίες Εξυπηρέτησης) ώστε αυτά να μην περιέχουν συγκεκριμένους όρους και ακολούθως αφού επικυρωθούν (υπογραμμένα από όλα τα μέρη που επηρεάζονται από τις τροποποιήσεις) να αποσταλούν προς την Επιτροπή,
(ii) Να προβεί, εντός έξι (6) μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης, σε τροποποιήσεις του Καταστατικού της, ώστε αυτό να προνοεί και/ή να περιλαμβάνει πρόνοιες σχετικά με τον τρόπο διορισμού απόλυτα ανεξάρτητων, από τις Τράπεζες Μετόχων της Συμβούλων, στο Διοικητικό Συμβούλιο και ακολούθως να κοινοποιηθεί στην Επιτροπή. Οι Σύμβουλοι αυτοί δεν πρέπει να κατέχουν οποιαδήποτε θέση και / ή αξίωμα στις εν λόγω εταιρείες και πρέπει να ενεργούν εντελώς ανεξάρτητα και να λαμβάνουν αποφάσεις χωρίς επηρεασμό από τις τράπεζες μετόχους της JCC.
(iii) Η ανεξαρτησία των Συμβούλων πρέπει να επιβεβαιωθεί εντός έξι (6) μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης της Επιτροπής από την JCC, προς αυτήν, κοινοποιώντας της τις σχετικές επιστολές διορισμού από τις τράπεζες μετόχους της, των διορισθέντων Διοικητικών Συμβούλων και σχετικές ενυπόγραφες δηλώσεις από τους ίδιους τους Συμβούλους αναφορικά με την ανεξαρτησία τους. Εν συνεχεία, για κάθε νέο διορισμό Διοικητικού Συμβούλου, η JCC να κοινοποιεί τα πιο πάνω σχετικά έγγραφα εντός ενός (1) μηνός από τον διορισμό κάθε Διοικητικού Συμβούλου.
(iv) Να συγγραφεί και να κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, εντός έξι (6) μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης Κώδικας Διορισμού, Συμπεριφοράς και Παύσης των Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της JCC ώστε να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία τους.
Η Επιτροπή ακόμα έκρινε ότι δεν έχουν στοιχειοθετηθεί οι ισχυρισμοί της καταγγελίας της FBMECS περί παράβασης των άρθρων 3(1)(β) και 6(1)(β) του Νόμου και των αντίστοιχων άρθρων 101 και 102 της ΣΛΕΕ σε σχέση με το ζήτημα του περιορισμού της τεχνολογικής ανάπτυξης. Επιπλέον, έκρινε ότι δεν έχει στοιχειοθετηθεί ο ισχυρισμός της καταγγελίας της FBMECS περί παράβασης του άρθρου 3(1)(γ) του Νόμου και του αντίστοιχου άρθρου 101 της ΣΛΕΕ σε σχέση με ισχυρισμούς περί κατανομής αγορών-κατανομής πελατείας.
Η απόφαση της Επιτροπής ημερομηνίας 27/01/2016 κοινοποιήθηκε σήμερα, μετά την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναθεωρητική Έφεση 2/2016 ημερομηνίας 3/3/2017, η οποία ανέτρεψε την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 29/1/2016.
Η σχετική απόφαση της Επιτροπής ημερομηνίας 27/01/2016, σε μη εμπιστευτική μορφή, πέραν των 480 σελίδων, θα δημοσιευτεί σύντομα στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της Επιτροπής».

Σχόλια

Top Legal Stories

Πρόστιμο 30.000 ευρώ σε εταιρεία αλουμινίων από την Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή

Οκτώ (8) θέσεις Δικηγόρων στη Νομική Υπηρεσία

Καθίσματα προς αποφυγή παρατεταμένης ορθοστασίας : Περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Τροποποιητικός Νόμος του 2023

Κατάργηση ετήσιου τέλους εταιρειών από το έτος 2024 και μετά

Θέση Δικηγόρου - Νομικού Συμβούλου στο Πανεπιστήμιο Κύπρου