Ο εξαναγκασμός εργαζόμενου σε παραίτηση


Της Σταύρης Κοσιάρη, ασκ.δικηγόρου*
Κάθε εργοδότης έχει υποχρέωση να σέβεται το θεμέλιο της σχέσης εργοδότη-εργοδοτούμενου και να τηρεί τους όρους της συμφωνημένης μεταξύ αυτού και του εργοδοτούμενου συμβάσης εργασίας. Μονόπλευρες μεταβολές της σύμβασης εργασίας εις βάρος του δεύτερου όπως, αύξηση των συμφωνημένων ωρών εργασίας, διαφοροποίηση της συμφωνημένης μισθοδοσίας ή καθυστέρηση της, είναι πιθανόν να θεωρηθούν ότι εξαναγκάζουν τον εργοδοτούμενο σε παραίτηση.
Η έννοια του εξαναγκασμού σε παραίτηση δεν περιορίζεται μόνο σε συμβατικά θέματα. Αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου έχουν δεχτεί ότι υπάρχει τέτοιος εξαναγκασμός σε περιπτώσεις όπου ο υπάλληλος δέχεται υποτιμητική συμπεριφορά, άδικες κατηγορίες για διάπραξη εγκλήματος (όπως για παράδειγμα κλοπή) ή υποβάθμιση καθηκόντων.
Καθένας που εξαναγκάζεται σε παραίτηση έχει βάσει νόμου δικαίωμα αξίωσης αποζημιώσεων, αφού η παραίτηση του εξομοιώνεται με παράνομη απόλυση.   
Σε τέτοιες περιπτώσεις χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στις αμέσως επόμενες ενέργειες του εργοδοτούμενου. Ο ίδιος πρέπει να αντιδράσει άμεσα καταγγέλλοντας τη σύμβαση, φεύγοντας από την εργασία ή τάσσοντας ημερομηνία αποχώρησης του.
Τα παραπάνω έχουν καθοριστική σημασία για την μετέπειτα νομική αξιολόγηση, αφού καθυστερημένη αντίδραση ή μη σαφής διαφωνία μπορεί να μεταφραστεί ως σιωπηρή αποδοχή, και κατά συνέπεια απεμπόληση του σχετικού δικαιώματος.
Για το κρίσιμο στοιχείο της άμεσης αντίδρασης, η αγγλική υπόθεση W.E Cox Toner (International) Ltd v. Crook (1981) σημειώνει ότι, η παραμονή στην εργασία για χρονικό διάστημα ενός μήνα λόγω αναζήτησης άλλης εργασίας είναι δυνατό να μην θεωρηθεί απεμπόληση δικαιώματος, όμως περαιτέρω παραμονή στην εργασία είναι ασυμβίβαστη με τον ισχυρισμό περί μη αποδοχής. 
Ο εργοδοτούμενος, προκειμένου να πετύχει υπέρ του αποζημίωση λόγω παράνομης απόλυσης, φέρει το βάρος να αποδείξει ότι λόγω της συμπεριφοράς του εργοδότη κλονίσθηκε η σχέση εργασίας  και ότι ο εργοδότης είναι υπαίτιος διαγωγής που συνιστά σημαντική παραβίαση της σύμβασης εργασίας ή δείχνει ότι δεν προτίθεται πλέον να δεσμεύεται από ένα ή περισσότερους ουσιώδεις όρους αυτής. Εναλλακτικά ο εργαζόμενος μπορεί να παραμείνει στην σύμβαση εργασίας και να εμμείνει στην τήρηση των όρων της.
* Η Σταύρη Κοσιάρη είναι ασκ.δικηγόρος σε Σ.Διουνυσίου &Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

Σχόλια

Top Legal Stories

Σημαντική απόφαση του ΕΔΑΔ για την κλιματική αλλαγή: Μη λήψη επαρκών και αποτελεσματικών μέτρων από το κράτος

Μεταναστευτικό Δίκαιο: Νέοι κανόνες για την άδεια εργασίας/διαμονής

Η παραβίαση της υποχρέωσης εκτίμησης της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη ως λόγος ακύρωσης της δανειακής σύμβασης

Πρόστιμο σε ιατρό για παραβίαση του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων

Κλειστό Κύκλωμα Βιντεοπαρακολούθησης σε σχολεία: Ανακοίνωση της Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων