Διαμεσολάβηση: Η ευκαιρία να κάνεις το σωστό αναγνωρίζοντας το λάθος

άρθρο της Amanda Bucklow* 
(μτφ: Δήμητρα Μουσιώλη**)
Η ανάπτυξη του θεσμού της διαμεσολάβησης υπήρξε μια από τις πιο ευπρόσδεκτες εξελίξεις των τελευταίων 20 χρόνων. Και ενώ η δικαστηριακή πρακτική επικεντρώνεται στο τι είναι σωστό και τι λάθος, επιβάλλοντας τη λύση, η διαμεσολάβηση επικεντρώνεται στο δυνατό που μπορεί να επιτευχθεί και χτίζει τη λύση σύμφωνα με το ποιες είναι οι ανάγκες των ανθρώπων. Και οι δυο τρόποι επίλυσης μιας διαφοράς κατέχουν ο καθένας τη θέση του, αλλά ο ένας από τους δύο είναι απείρως πιο θετικός από τον άλλον.
Κι ενώ οι περισσότεροι θεωρούν, ότι η διαμεσολάβηση είναι μια νομική διαδικασία, στην πραγματικότητα η αντίληψη αυτή απέχει πολύ από αυτό που τελικά ισχύει.
Η διαμεσολάβηση είναι μια ανθρώπινη διαδικασία σχεδιασμένη με τέτοιον τρόπο ώστε να επιλύει τη σύγκρουση, η οποία έχει πια μετατραπεί σε έριδα. Η σύγκρουση είναι μέρος της φύσης μας και είναι το "καύσιμο" που πυροδοτεί τη δημιουργικότητα και την καινοτομία, δυο έννοιες ουσιώδεις για την ευημερία μας.
Τα αισθήματα που μας προκαλεί η "εμπειρία" της σύγκρουσης προέρχονται από την ερμηνεία που εμείς οι ίδιοι της δίνουμε και από έναν συγκεκριμένο τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την εμπειρία αυτή. Τον δικό μας τρόπο.
Αν όμως μπορέσουμε να δεχτούμε ότι ο καθένας μας πιστεύει ότι οι πράξεις του είναι λογικές, θα έχουμε ήδη διανύσει τη μισή απόσταση προκειμένου να οδηγηθούμε σε λύση. Κι αν μπορέσουμε να πάμε κι ακόμα ένα βήμα παραπέρα και να πάρουμε το ρίσκο να κάνουμε την ερώτηση: "πες μου γιατί αισθάνεσαι έτσι;" τότε, ίσως  μάθουμε και κάτι που θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βλέπαμε ως τώρα τα πράγματα. Μπορεί η απάντηση να μη μας αρέσει ̇ δε χρειάζεται να συμφωνήσουμε με αυτήν, όμως αυτό που οφείλουμε να κάνουμε είναι να ακούσουμε την ιστορία και της άλλης πλευράς.
Στην ανθρώπινη φύση μας είναι  το να δηλώνουμε ξανά και ξανά ποια είναι η θέση μας. Θέλουμε η δική μας πλευρά της ιστορίας να ακουστεί και να αισθανθούμε έτσι ότι η εμπειρία μας έχει αξία. Και πολύ συχνά, αυτό είναι και το μόνο που έχουμε ανάγκη.  Μέχρι όμως να ακουστεί η ιστορία μας, αυτή θα ανακυκλώνεται ξανά και ξανά και κάθε φορά που θα επαναλαμβάνεται, θα γίνεται όλο και πιο δυνατή και πιο φορτισμένη με θυμό. Κι αν αυτό δεν αλλάξει δεν θα μπορέσει και να επέλθει η επίλυση.
Η αλλαγή μπορεί να επιφέρει τη σύγκρουση αλλά η αλλαγή είναι αυτή που μπορεί και να οδηγήσει στη λύση.  Η αλλαγή είναι αναπόφευκτη και τις πιο πολλές φορές θα έρθει απρόσμενα, χωρίς καμία προειδοποίηση.  Άλλες πάλι φορές μπορεί να αισθανθούμε ότι αυτή η αλλαγή πλησιάζει.  Τα σημάδια που προμηνύουν το τέλος μιας δέσμευσης ή μιας σχέσης είναι εκεί, όμως εμείς , συνειδητά, επιλέγουμε να τα αγνοούμε με την ελπίδα ότι ίσως κάνουμε λάθος.  Έτσι κρατιόμαστε σε μια κατάσταση, που ενώ έχει από καιρό τελειώσει εμείς αρνούμαστε να το δεχτούμε γιατί φοβόμαστε το τέλος. Τελικά η απογοήτευσή μας, επισκιάζει τις αναμνήσεις όλων των θετικών αισθημάτων που είχαμε όταν δεσμευτήκαμε ή όταν ήμασταν συνεπείς στη σχέση. Τα αισθήματα αυτά ξεχνιούνται και αντικαθίστανται από καινούρια, πιο άβολα, όπως αυτά του θυμού, του φόβου και της δυσπιστίας. Αν δεν αναγνωριστούν, γίνονται τελικά ένας αδιάλειπτος κύκλος σύγχυσης και συμπλεγματικότητας. Είναι απλό, δεν υπάρχει σύγκρουση χωρίς συναισθήματα και τα συναισθήματα είναι πάντα δύσκολο να τα διαχειριστεί κανείς.
Ένας τρόπος για να σταματήσει ο πόνος και η σύγχυση που προκαλεί η σύγκρουση, είναι η λύση να δοθεί από έναν δικαστή. Μια απόφαση επιβαλλόμενη πράγματι είναι ένας τρόπος επίλυσης, όμως μπορεί να αφήσει τους ανθρώπους με ένα αίσθημα ανικανοποίητου, όπου δεν θα νιώθουν ούτε νικητές ούτε ηττημένοι.
Στη διαμεσολάβηση όμως, η διαπραγμάτευση περιλαμβάνει και τις δύο πλευρές όπου η καθεμιά τους  διηγείται τη δική της ιστορία.  Τα μέρη έχουν την ευκαιρία να ακουστούν και να εκφράσουν την (συλ)λογιστική του προσωπικού τρόπου με τον οποίο βλέπουν τα πράγματα. Με τη διήγηση της προσωπικής τους εμπειρίας η δημιουργικότητα βγαίνει στην επιφάνεια και ο θυμός, ο φόβος και η δυσπιστία σταδιακά δίνουν τη θέση τους στην αποδοχή και στη διάθεση να οδηγηθούν σε συμφωνία. Οι άνθρωποι λοιπόν, που βρίσκονται μέσα σε μια σύγκρουση, χρειάζονται βοήθεια για να ολοκληρώσουν τη διαδικασία αυτή και χρειάζεται να ξέρουν ότι ο διαμεσολαβητής δεν έχει δική του ατζέντα στη διαπραγμάτευση. Δουλειά του είναι να οδηγήσει τα μέρη σε συμφωνία ώστε και οι δυο πλευρές να βγουν κερδισμένες από αυτήν τη διαδικασία.
Ο διαμεσολαβητής λοιπόν είναι ακριβώς αυτό το τρίτο πρόσωπο. Είναι ένα είδος "αγωγού" για να μπορέσει να επέλθει η κατανόηση, η οποία φέρνει την αποδοχή και διαμορφώνει τη συλλογιστική με την οποία τα μέρη θα ταυτιστούν. Στην καλύτερη περίπτωση, η διαμεσολάβηση είναι μια ευκαιρία απόλυτα ανθρώπινη, παραγωγική και αποδοτική μέσα από μια έμφυτη δημιουργικότητα. Και δημιουργικότητα σημαίνει αλλαγή. Και αλλαγή σημαίνει ότι τελικά ίσως και να μην ήμασταν τόσο σωστοί όσο εξαρχής πιστεύαμε. Γιατί το να είσαι άνθρωπος σημαίνει ότι μπορεί και να κάνεις λάθος σε κάποια στιγμή της ζωής σου. Το να κάνεις όμως λάθος είναι κάτι δημιουργικό και η δημιουργικότητα είναι το καλύτερο στοιχείο της ανθρώπινης μας φύσης. [α' δημοσίευση: legalnews24.gr]
_________________________________
*H Amanda Bucklow είναι Διαμεσολαβήτρια Πλήρους Απασχόλησης -Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών,  Δημιουργός και Υπεύθυνη του Εκπαιδευτικού Προγράμματος του Βρετανικού Φορέα Εκπαίδευσης  Facilit8, Fellow του Chartered Institute of Arbitrators
**Μετάφραση- Επιμέλεια κειμένου: Δήμητρα Β. Μουσιώλη, Δικηγόρος- Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια YΔΔΑΔ, Εξειδικευμένη στην Οικογενειακή Διαμεσολάβηση και στη Διαχείριση Διαζυγίου, Μέλος του Family Mediation Council, Family Mediation Association, The College of Mediators, UK

Σχόλια

Top Legal Stories

Πρόστιμο 30.000 ευρώ σε εταιρεία αλουμινίων από την Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή

Καθίσματα προς αποφυγή παρατεταμένης ορθοστασίας : Περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Τροποποιητικός Νόμος του 2023

Κατάργηση ετήσιου τέλους εταιρειών από το έτος 2024 και μετά

Οκτώ (8) θέσεις Δικηγόρων στη Νομική Υπηρεσία

Νέο Διάταγμα για τον Κατώτατο Μισθό: Στα 1000 ευρώ από 1η Ιανουαρίου 2024